«ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΟ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΕΝΙΟ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙ ΤΟΥ ΒΕΡΜΕΕΡ»

9578549790535080396

 

Ο Jan Vermeer Oολλανδός ζωγράφος (Ντέλφτ 1632-1675) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της Ολλανδίας αλλά και όλης της Ευρώπης τον 17ο αιώνα. Είναι ονομαστός για τις θαυμάσιες ρωπογραφίες του (έργα τέχνης που δεν δανείζονται τα θέματα τους από την μυθολογία ή την ιστορία αλλά από σκηνές της καθημερινότητας). Ο ζωγράφος είχε φιλοτεχνήσει λίγα έργα καθ΄όλη την διάρκεια της εικαστικής του πορείας σχεδόν δύο έργα τον χρόνο. Μία από τις ωραιότερες δημιουργίες του που  είναι «το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» ή και  όπως διαφορετικά λέγεται «η Μόνα Λίζα του Βορρά».

Ο Βερμέερ απεικονίζει εδώ μια κοπέλα στραμμένη προς το θεατή κατά τα τρία τέταρτα, με τα χείλη μισάνοιχτα και τα μάτια υγρά. Η στάση και η έκφρασή της μεταδίδουν μια αίσθηση εξαιρετικής αμεσότητας. Το μοντέλο φοράει κίτρινη ζακέτα και γαλάζιο τουρμπάνι, από το οποίο πέφτει μια λωρίδα στον τόνο της ζακέτας. Στ αφτί της αστράφτει ένα μαργαριτάρι σαν σταγόνα, με οπάλινες ανταύγειες.

Ποιο είναι το κορίτσι με τα τεράστια μάτια, που αναπαριστάται στον διασημότερο πίνακά του; Είναι ο ερωτισμός ή η αμηχανία που κρύβονται πίσω από το χαμόγελό της; Πώς βρέθηκε στο αυτί της το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι, που τόσο όμορφα σκορπά στο σκοτεινό δωμάτιο το φως κάποιας μακρινής λάμψης;

Παρόλο που έχει δημιουργηθεί μεγάλος ντόρος γύρω από τον πίνακα αυτόν, κανείς δεν γνωρίζει την ταυτότητα του κοριτσιού. Μερικοί υποστηρίζουν ότι ήταν η κόρη του, άλλοι λένε ότι πρόκειται για την ερωμένη του και λίγοι ότι ήταν δημιούργημα της φαντασίας του. Δυστυχώς,  την αλήθεια δεν θα την μάθουμε ποτέ.

Τον συγκεκριμένο πίνακα μάλλον αινιγματικό θα τον χαρακτήριζε κανείς. Η κοπέλα φαίνεται σαν να θέλει κάτι να μας πεί. Το τι θα έλεγε παραμένει μυστήριο.

Το σκηνικό διαδραματίζεται στο Ντέλφτ τον 17ο αιώνα. Η Χρίτ μπαίνει υπηρέτρια στο σπίτι του ζωγράφου Βερμέερ γνωρίζοντας καλά τις υποχρεώσεις της για τις δουλειές του σπιτιού το νοικοκυριό καθ την φροντίδα των έξι παιδιών του.  Έχει να αντιμετωπίσει την τρομερή πεθερά του, την νευρική και αισθησιακή γυναίκα του και την ζηλόφθονη υπηρέτρια τους Τάνεκε.

Εκείνο που κανείς δεν περιμένει είναι πως η διακριτικότητα και η εξυπνάνδα της Χρίτ όπως και η γοητεία που ασκούν πάνω της οι πίνακές του θα την οδηγήσουν μοιραία στον κόσμο του.  Καθώς γίνεται σιγά – σιγά μέρος του έργου του, η οικειότητα μεταξύ τους μεγαλώνει, δημιουργώντας εντάσεις και εσφαλμένες εντυπώσεις μέσα στο σπίτι κι ακόμη – καθώς το σκάνδαλο διαρρέει – αναταραχή και ψιθύρους στην πόλη.

Ο Βερμέερ κοιτάζει ένα κορίτσι μέσα από τα γκρίζα του μάτια κι εκείνο στρέφεται προς τα αριστερά με φωτεινά, υγρά, μελαγχολικά μάτια στο βλέμμα του ζωγράφου, στο βλέμμα του άντρα. Για να την ζωγραφίσει έβγαλε το σκουφάκι της υπηρέτριας και φόρεσε ένα κίτρινο πανί που πέφτει πίσω στους ώμους σε πτυχές κι έκρυψε τα μαλλιά της σ’ένα γαλάζιο τυρμπάνι στο πάνω μέρος του κεφαλιού. Τα χείλη της είναι υγρά και μισάνοιχτα χρωματισμένα κόκκινα και στο αριστερό αυτί το ασημένιο άγγιγμα της πέρλας του μαργαριταριού, αφήνει μία αινιγματική αίσθηση αθωότητας, υπόσχεσης, υποταγής.  Το ρούχο της είναι κιτρινωπό με πράσινες και καφεκόκκινες σκιές και στου λαιμού την άκρη ο λευκός γιακάς επαληθεύει την γοητεία της αθωότητας.

Ο πίνακας είναι ζωγραφισμένος κατά το πρότυπο του Λ. Ντα Βίντσι (σκούρο φόντο για ανάδειξη του προσώπου) και του «Αριόστο» του Τισιάνο (στάση ¾ εν κινήσει).

Η 16χρονη κοπέλα είναι ιδιαίτερα προσεκτική αλλά και ευφυής έτσι αντιλαμβάνεται ότι το ενδεχόμενο να καθαρίσει τα τζάμια του χώρου θα αλλάξουν τον φωτισμό και επομένως το φως στην ζωγραφική του Βερμέερ. Αναλαμβάνει να τα καθαρίζει μόνο μετά από την ολοκλήρωση ενός έργου, που στο μεταξύ διαρκούσε αρκετούς μήνες.

Η γοητεία των χρωμάτων, η ακρίβεια στην προετοιμασία κάθε πίνακα, η απρόσιτη ερμητική μορφή του ζωγράφου, οδηγούν την μικρή υπηρέτρια Χριτ σε υποταγή στην ερωτική φύση των αντικειμένων της τέχνης και αφοσίωση. Υπηρετεί την οικογένεια του ζωγράφου, ανέχεται προσβολές κι ελευθερώνεται σιγά σιγά καθώς τρίβει χρώματα για τον «κύριο» στη σοφίτα, το ζωγράφο που της μιλάει για το φώς, τον άσπρο του μολύβδου.

Όπως σε κάθε του έργο, έτσι και στην προσωπογραφία της υπηρέτριας ο Βερμέερ ήθελε να την ολοκληρώσει προσδίδοντας το στοιχείο της ετερότητας και της τελειότητας, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Ζητά από την όμορφη υπηρέτρια να τρυπήσει τα αυτιά της – μία οδυνηρή διαδικασία για την κοπέλα – και της φορά κρυφά τα μαργαριταρένια σκουλαρίκια της γυναίκας του της Καταρίνα. Μόνο έτσι, σύμφωνα με τον ίδιο, ο πίνακας θα ήταν ολοκληρωμένος και θα είχε την λάμψη που του έλειπε.

Η Καταρίνα ανακαλύπτει το πορτραίτο, και ύστερα από μία έξαρση θυμού και οργής αποβάλλει στο έβδομο παιδί της (έχει μεσολαβήσει άλλη μία γέννα). Στο μεταξύ η Χριτ εγκαταλείπει το σπίτι της οικογένειας.

Ο χρόνος μετατοπίζεται δέκα χρόνια μετά, όταν η Χριτ είναι πλέον παντρεμένη με τον Πίτερ και έχει αποκτήσει δύο μικρά αγόρια. Εργάζεται στο χασάπικο, εκεί όπου δέχεται την απρόσμενη πρόσκληση της υπηρέτριας Τάνεκε να πάει στων Βερμέερ. Ο ζωγράφος έχει πεθάνει αφήνοντας πίσω του έντεκα παιδιά και χρέη.

Η πρώην υπηρέτρια καταφθάνει στο σπίτι των Βερμέερ, όπου ανοίγεται η διαθήκη του καλλιτέχνη. Ο εκλιπών ζητά να δοθούν τα μαργαριταρένια σκουλαρίκια της Καταρίνα στην Χριτ. Η κοπέλα, πληρώνοντας το τίμημα της αθωότητάς της, αποδέχεται τα σκουλαρίκια κι αμέσως τα πουλάει. Με τα χρήματα που εξασφαλίζει ξεχρεώνει τον ανοιχτό λογαριασμό που είχαν αφήσει οι Βερμέερ στο σύζυγό της προτού εγκαταλείψει το σπίτι τους, σβήνοντας έτσι κάθε συναλλαγή με την οικογένεια αυτή και διαγράφοντας τις μνήμες του παρελθόντος.

Ο θάνατος, η εξιδανίκευση, η ζωή μέσα από τους φωτισμούς των πινάκων, είναι το τίμημα του καλλιτέχνη και ο γάμος η ταξική γραμμή και το αστέρι των επιθυμιών, σηματοδοτούν το τέλος της αθωότητας της Χριτ, στην παραδοχή της αξίας της είκοσι φιορίνια. Τα ξένα μαργαριτάρια, που η Καταρίνα της δίνει περιφρονητικά εκτελώντας την επιθυμία του συζύγου της, εκείνη δεν θα τα φορέσει ποτέ ως γυναίκα χασάπη. Είκοσι φιορίνια δεκαπέντε του χρέους προς τον σύζυγο που την αγόρασε από υπηρέτρια των Βερμέερ για κείνον και πέντε για την ίδια που πρέπει να κρύψει σαν θησαυρό τέχνη

Τι ήθελε να μας πει τελικά η κοπέλα με τα φωτεινά, υγρά, μελαγχολικά μάτια στρέφοντας αυτό το βλέμμα στο βλέμμα του ζωγράφου, στο βλέμμα του άντρα; Ο Βερμέερ το ήξερε!

Ήταν ο ίδιος ο έρωτας, η ίδια η ζωή που πέρασε μέσα από αυτό το έργο!

Ανθή Κοκκίνου 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο: